Αναπαύσου εν ειρήνη φίλε Βαγγέλη- R.I.P The Lord


Αναπαύσου εν ειρήνη φίλε Βαγγέλη- R.I.P  The Lord

Όσοι από εσάς ακούτε Heavy metal και είστε από 35 και πάνω, οφείλετε πάραυτα, να παρατήσετε ό,τι κάνετε και να τηρήσετε ένα λεπτό σιγή στη μνήμη, ενός ανθρώπου που πέθανε νέος και του οφείλουμε πολλά. Όλοι όσοι αγαπάμε το Heavy metal  αλλά και τη μουσική γενικότερα. Το κείμενο αυτό είχε δημοσιευθεί στην στήλη μου στο Rockyourlife και το επαναδημοσιευω ως φόρο τιμής σε ένα φίλο και μέντορα. Ψάχνοντας αναμεσά σε βινύλια και cd, δείγματα και αγορασμένα είσαι εκεί …maaaate. Τώρα στον καιρό της καραντίνας, οι φίλοι λείπουν περισσότερο.

Την Παρασκευή έμαθα, καθ οδόν, για το Καρπενήσι, το θάνατο του φίλου, Βαγγέλη Μπαλτά. Δυστυχώς , τα τελευταία χρόνια είχαμε χαθεί, ας όψονται, δουλειές και προσωπικά προβλήματα και εκείνη η ντροπή, να σηκώσω το τηλέφωνο στη γιορτή του ή της γυναίκας του, να ευχηθώ, ακριβώς γιατί είχα χαθεί. Τώρα τα γεγονότα, με πρόλαβαν και θα επικοινωνήσω. Για το χειρότερο των υποχρεώσεων, όχι για να ευχηθώ, αλλά για να συλλυπηθώ. Αυτό λοιπόν τα κείμενο αποτελεί φόρο τιμής σε έναν άνθρωπο χωρίς τον οποίο πολλοί λιγότεροι από εμάς θα ξέραμε στην ώρα μας τους STRATOVARΙUS, ICED EARTH ή θα είχαμε δει τους GAMMA RAY ,SACRED REICH στο πεδίο του Άρεως και τους  KREATOR στο Ρόδον . Ας αρχίσω μια ιστορία, που μακάρι να μην τελείωνε.

Ο Βαγγέλης  ή The Lord και έτσι θα τον  αποκαλώ όπως τον γνώριζαν οι φίλοι και γνωστοί για χρόνια, ήταν Ελληνο αυστραλός. Είχε την τύχη να μυηθεί  στην μουσική από μικρός και να θεωρεί ύψιστη τιμή (που ήταν) να έχει δει AC/DC,ROSE TATTOO, COLD CHISEL αλλά και να γνωρίζει και να αγαπά τους BEATLES, Bob Dylan, Jerry Lee Lewis  και κάθε μορφή καλής μουσικής. Η κλασική ατάκα του ήταν, «δεν έχεις,  πχ COLD CHISEL, δεν έχεις δισκοθήκη…’ και να τρέχω να βρω τις προτάσεις του και τις περισσότερες φορές, η επιλογή και πρόταση του, να αποδεικνύεται κορυφαία. Βαθύς γνώστης των 70ς και του κλασικού ροκ αλλά και των μπλουζ δεν κόλλησε ποτέ στο heavy metal και για αυτό είχε αυτό που λέμε «αυτί». Ξεχώριζε την καλή μουσική και τον ελπιδοφόρο μουσικό. Στην Ελλάδα τον γνώρισα-έμαθα, σαν πωλητή στο «Δισκάδικο της Αθηνάς» μαζί με την μετέπειτα γυναίκα του Άννα. Από εκεί μεταπήδησε στην  FM Records και χάρη στις παρεμβάσεις του στον ιδιοκτήτη της Κούρτη, καταφέραμε να πάψουμε να κυνηγάμε σαν «εισαγωγής» τα βινύλια των μεγάλων εταιριών ης εποχής MFN, Roadrunner κτλπ.  Σύντομα το επιχειρηματικό του δαιμόνιο, τον οδήγησε στην δημιουργία του Rock City. Γύρω στο 1988 ανοίγει το πρώτο Rock City και με το σύνθημα "Metal is our business and business is good", τo μικρό δισκάδικο στη Σωκράτους έφερνε θησαυρούς, πχ το πρώτο ep ARMORED SAINT  καθόταν στα ράφια σαν προσφορά σχεδόν μια πενταετία (ναι τόσο ξέρουν οι Έλληνες από metal ιστορία) και αποτέλεσε τόπο συγκέντρωσης μαζί με το Happening κάθε metal σχήματος και φίλου της μουσικής. Τα Σάββατα, οι ανταλλαγές ντεμο, έδιναν άλλο αέρα στο μικρό μαγαζί, ενώ  το γραφείο του Βαγγέλη στο στοά αποτελούσε τόπο γα εμένα και αρκετό άλλο κόσμο, κουβέντας, γνώσης και βέβαια, λήψης δειγμάτων (τότε τα έδιναν σε μορφή κασέτας και αργότερα βινυλίου) οι εταιρίες, για να φτάσουν στα μάτια σας σαν δισκοκριτικές –παρουσιάσεις. Το μικρό δισκάδικο μετακινήθηκε στην Ακαδημίας, μετά άλλαξε χώρο λίγο πιο κάτω στον ίδιο δρόμο, μέχρι πριν λίγα χρόνια, να κλείσεις, σφραγίζοντας, μια εστία, ενημέρωσης, γνώσης και μεταλλικής ζωής για όσους από εμάς, ακούμε αυτή τη μουσική, όχι για το εφέ, αλλά γιατί μας μιλάει.
(η φωτο ανήκει στο Rockmachine.gr)

Ο ίδιος ο Βαγγέλης είχε σχέσεις με τους πιο πολλούς καλλιτέχνες που έχετε θεοποιήσει, πχ Schafer, μιας και σύντομα, αποφάσισε να αντιπροσωπεύει τις εταιρίες που ασχολούνταν με το heavy metal και να κάνει την Ελλάδα, κάτι από παραπάνω από κουκίδα στον χάρτη της μεταλλικής αγοράς. Με αξιοπιστία στις παραγγελίες στις αποπληρωμές και στο εμπορικό κομμάτι. Ταυτόχρονα, μετά από μικρή θητεία του,  στο Ελληνικό Heavy Metal, μετέπειτα Metal Hammer  ως συντάκτης, μου είχε δώσει τον ρόλο του απομαγνητοφωνητή των συνεντεύξεων και προσαρμογής τους. Τα γραπτά  Ελληνικά του, δεν ήταν τα καλύτερα, αλλά ακόμη γελάω όταν μου έπλεξε το εγκώμιο σε μια απομαγνητοφώνηση των BOLT THROWER  νομίζω και Ο Γ. Φλωράκης, αρχισυντάκτης τότε του M.H το έκοψε, δικαιολογημένα, αφού ήταν πιο μεγάλο από τον πρόλογο. Δεν ήταν όλα ρόδινα βέβαια. Με αρχισυντάκτη τον Άγγελο Γεωργιόπουλο, και στηριζόμενο από τον Lord εκδόθηκε το Rock City Metal Vision το 1993, το οποίο  μετά από μια βραχύβια πορεία λίγων  τευχών έκλεισε. Ο Lord, με εμπειρία από ραδιόφωνο και περιοδικό τύπο ο ίδιος, είχε μια πιο «ρομαντική» άποψη για το πώς θα αντιμετωπίσει το Ελληνικό κοινό, μια προσπάθεια πέρα από τα κλισέ. Παράλληλα συνέχισε να είναι ο υπεύθυνος για τις κυκλοφορίες του μήνα στο Ελληνικό M.H μιας και αυτός αντιπροσώπευε τα πάντα σχεδόν από πλευράς ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιριών.

Την ίδια στιγμή που η  μεταλλική σκηνή ανθούσε και οι συμβουλές του στον Νίκο Λώρη, βοηθούσαν να στηθεί και μια ζωντανή συναυλιακή σκηνή, ο ίδιος άρχιζε να δημιουργεί την οικογένεια του με την γέννηση της κόρης του Νιόβης. Μερικά χρόνια αργότερα ήρθε και ο γιός, ο Ιάσωνας. Παράλληλα, όμως είχε κάνει την εμφάνιση του το grunge, το ιντερνέτ και οι online παραγγελίες. Τα γραφεία της εταιρίας μεταφέρθηκαν στη Δάφνη και οι επισκέψεις μου στο Lord, αυξήθηκαν σε διάρκεια συζητώντας, για τις αντιπαλότητες των Ελληνικών περιοδικών, METAL HAMMER-METAL INVADER-ROCK ON-ROCK HARD  και των διαφόρων fanzines, για τους αγαπημένους του AC/DC, Jimmy Barnes και βέβαια για τον Ολυμπιακό, για τον οποίο διαφωνούσαμε, αφού είμαι γνωστός Παναθηναϊκός.  Όλα αυτά τα χρόνια, είχα την τύχη να μοιραστώ με τον Βαγγέλη και την Άννα και τον Άρη Ζουρούδη, πέρα από τη μουσική και τις ώρες στα δισκάδικα τους, που σύντομα έγιναν αλυσίδα, στην άνθιση του βινυλίου,cd, δείπνα σε εστιατόρια με τον Βαγγέλη να είναι μεγάλος φίλους του Μεξικάνικου και ατελείωτες κουβέντες, για κινηματογράφο, μουσική  , τέχνη, πράγματα που ξέφευγαν από την εικόνα, που ήθελε και θέλει  να έχει ο πολύς  κόσμος για τον φίλο του metal
 
Θα θυμηθώ μερικά περιστατικά που τον χαρακτήριζαν. Πάντα παθιαζόταν. Όταν ξεκίνησε το γυμναστήριο, νόμιζες ότι μιλάς με μελλοντικό δεκαθλητή, αλλά η προσήλωση του στο προπονητικό πρόγραμμα ήταν εκπληκτική. Όταν σου μίλαγε για ένα άλμπουμ που αγαπούσε, όλα τα άλλα ήταν ανύπαρκτα, αν δεν το είχες δεν είχες δισκοθήκη. Για τον Ολυμπιακό είχαμε μαλώσει στο μαγαζί στη Σωκράτους και θυμάμαι, με είχε «απειλήσει» ότι θα πάθω ότι έδειχνε  το εξώφυλλο του “vulgar display of power” των PANTERA. Μετά από καμία ώρα, μιλάγαμε για τους WHO  και το καλύτερο άλμπουμ  τους.

Όταν κυκλοφόρησε το Citroen Saxo vts το αγόρασε και όπως του είπε ο πωλητής με το immobilizer  δεν κινδύνευε από κλοπή, μέχρι που μερικές μέρες αργότερα ,έκανε φτερά έξω από το σπίτι του. Θυμάμαι μια πρωτοχρονιά στο σπίτι στη Δάφνη, που προσπαθούσα να τον πείσω να μην πετάξει κάποια δείγματα και να μου τα δώσει, μιας και  πραγματικά το σπίτι δεν χωρούσε. Τελικά μου έδωσε κάποια βιβλία του Stephen King  στα Αγγλικά και μια εκπληκτική βιογραφία του Χίτλερ του Kersaw, που μετά αγόρασα και εγώ (η ιστορία ήταν μια ακόμα αγάπη του). Ακόμα στις λίγες επισκέψεις στη Νέα Σμύρνη, θυμάμαι τις κουβέντες στο μπαλκόνι και τις σκέψεις με την μουσική μας να υποχωρεί και το ιντερνέτ , να κάνει τα πάντα διαφορετικά. Αν όμως ήθελες να του φτιάξεις τη διάθεση ας του εκθείαζες τους AC DC. Η ας ρώταγες, όπως έκανα, ποιο άλμπουμ των COLD CHISEL είναι το καλύτερο, όταν κυκλοφόρησαν σε cd. Η απάντηση κλασσική ήταν  «όλα» και έτσι τα αγόρασα όλα και ξέρετε κάτι είχε δίκιο. Ακόμη θα τον θυμάμαι και ευγνωμονώ για πάντα, γιατί όταν του είπα με τα πρώτα χρήματα από τη δουλειά, μετά το  στρατό, ότι θα πήγαινα να δω τους SKYNYRD στο Λονδίνο, μου βρήκε σε μισή ώρα, backstage pass. Με κάλεσε να γνωρίσω τον Udo  στο ξενοδοχείο το πρώην Καψής στην αρχή της Συγγρού. Με κάλεσε για φαγητό στο Τουρκολίμανο, με τους QUEENSRYCHE  στην Tribe περιοδεία για να ακούσουμε μαζί τον Τate να ωρύεται δεν ηχογραφώ συνέχεια του Operation Mind crime. Φίλος του μπάσκετ και αρκετά καλός παίκτης, καλός άνθρωπος, καλός οικογενειάρχης και πάντα χαμογελαστός, έτσι θα τον θυμάμαι, με το τσιγάρο στο στόμα ,το μακρύ μαλί και την μανία του στο γραφείο με το championship manager (που τον κόλλησα)  και την ανακάλυψη νέων σχημάτων. Να κάνει σαν μικρό παιδί, όταν άκουγε κάτι καινούργιο, που τον ενθουσίαζε.


Στήριξε τους ανθρώπους του στα μαγαζιά και ας τα είδε να συρρικνώνονται. Στήριξε τις εταιρίες και τη διανομή τους, τους φίλους, τη σκηνή ενεργά. Όχι μόνο άκουγε μουσική και αγόραζε άλμπουμ και συλλεκτικά κουτιά, αλλά πήγαινε σε συναυλίες. Απέκτησε δύο πολύ καλά παιδιά και μια ζωή, που αν και δεν έπαιζε μουσική, ήταν η μουσική. Ακόμη και το Greece Attacks, με το “Great balls of fire” με αυτόν στα φωνητικά, απόδειξη της αγάπης του για το  ροκ είναι.

Είχε ελαττώματα, όπως τον εγωισμό του, αλλά τα έκανε προτερήματα, γιατί σε αυτά που ήταν καλός ήταν καλός και προσπαθούσε. Ισχυρογνώμων και γνώστης, άνθρωπος της μουσικής, με θάρρος και χαρακτήρα, έφυγε νέος, στενοχωρημένος από μια κατάσταση που διαλύει τα  πράγματα όπως τα ξέρουμε. Downloading , πειρατικά cd και μια γενιά που θεωρεί τη μουσική Terabite  δεν του ταίριαζαν. Ο Lord είναι και θα παραμείνει για όσους από εμάς τον γνωρίσαμε από κοντά ένας ευπατρίδης της μουσικής. Όσοι ανά καιρούς είχαν διαφωνίες μαζί του το αναγνώρισαν έμπρακτα. Χωρίς αυτόν, δεν θα είχαμε  πρόσβαση σε όλη αυτή τη μουσική  σήμερα. Πολλοί νεαροί οπαδοί του χώρου, μιλάνε για κέρδη, διανομές κτλπ. Αηδίες, ο Βαγγέλης τόλμησε να επενδύσει , εκεί που κανείς ως σήμερα δεν θέλησε, στην μεταλλική κοινότητα και να αναλάβει την αντιπροσώπευση των ανεξάρτητων εταιριών, όταν όλοι κοίταζαν το εύκολο κέρδος. Τα έκανε όλα αυτά κρατώντας τις τιμές σε λογικά πλαίσια, όταν η λέξη διαδίκτυο, ήταν άγνωστη. Αν έκανε επαγγελματικά λάθη, τα πλήρωσε (ακριβά-λόγω εντιμότητας), αλλά ό,τι έκανε, περιείχε προσωπικό κόπο, μεράκι και ρίσκο (πχ το πρώτο άλμπουμ των CASUS BELI). Αυτά, γιατί πολλοί μιλάνε σήμερα και κάνουν κριτική, ενώ δεν δίνουν ευρώ για να αγοράσουν ένα άλμπουμ, από την ασφάλεια του καναπέ του μπαμπά.


Στον φίλο μου Βαγγέλη, λοιπόν, ένα αντίο, μια συγγνώμη, που χαθήκαμε και μέχρι να ξαναβρεθούμε, θα τραγουδώ  Its a long way to the top… Στην οικογένεια του, τα βαθιά μου συλλυπητήρια (και την αγάπη μου)


ΥΓ. Το κείμενο αυτό ανεβαίνει ξανά με ελάχιστες αλλαγές, ένα δύο ορθογραφικά. Στα χρόνια που πέρασαν από το γράψιμο του, έκανα την δική μου επιχειρηματική προσπάθεια λίγο πο κάτω από τα γραφεία της Sound & Vision, της εταιρίας του Βαγγέλη. Τον σκεφτόμουνα κάθε μέρα στα πέντε χρόνια που διήρκεσε, περνώντας έξω από το μετρό της Δάφνης. Μου έδωσε την πυξίδα να μη χαθώ στα δύσκολα, να μην σκάσω… Ακόμη και όταν όλα βούλιαζαν, φιλαράκι σε σκεφτόμουνα και έλεγα, δεν αξίζει, θα τα ξαναφτιαξεις. Σήμερα εν μέσω κορωνοιου, το ανεβάζω, σε αυτή τη σελίδα για να μείνει. Το δικό μου φόρο τιμης σε ένα φίλο. Μέχρι να τα ξαναπούμε, παίζω σε κάθε ευκαιρία COLD CHISEL,Jimmy Barnes και ναι ρε φίλε, υπάρχει κόσμος που τους μαθαίνει ακόμα και γουστάρει…Όσοι σε γνωρίσαμε δεν σε ξεχνάμε…


Popa Chubby-"Tinfoil hat"

Popa Chubby-"Tinfoil hat"




Blues, soul the well known guitar wizardry of Popa chubby and songs about everything. From the opener "Tinfoil hat' and the conspiracy theories to the far more targeted 'No justice , no peace' about the racial violence in the USA. Poppa knows how to make the music flow, based on the twelve bars and all its variations and being traditional and at the same time attractive. The groove and the passion are well spread in this album that is fueled by the fire of an urban bluesman who looks around him in these times of social turbulence. Blues for the 21st century is what you get here. No limits, no restrictions, just music and lyrics in the vein of Bob Dylan , to provoke your mind and make you ask for answers.
 

 
 
"Can i call you my friends' is a fine example of modern blues with productive rhetoric , soldiering music against injustice and indifference, isolation and  social apathy. On the other hand you have the rock n roll origins at "You aint shit" to give a wink to the listener. A great album that is not afraid to speak its own truth without being didactic.More heavy at songs like 'Another day in hell" he pays his tribute to Jimi Hendrix who influenced him equally as the blues masters. Reggae at 'cognitive dissonance' with lyrics that demands and gets your attention. Music for blues lovers and open minded people at the same time with the sign of Popa Chubby all over it.
 
7,5

 

“Hey Delilah” - Blackberry Smoke

Song of the Week

 

 “Hey Delilah” - Blackberry Smoke

 

We introduce you the song of the Week.... (One Unique post of a new release every Week)

The song will be also played at Social Distortion Radio Show at ErtOpen 106,7 & www.ertopen.com

Every Monday night 2100-2300

 


 Official video for “Hey Delilah” from Blackberry Smoke’s new album "You Hear Georgia" out May 28th produced by Dave Cobb. Southern rock with pride, hell yeah!!!

“ 33 στροφές»- Canek Sanchez Guevara (Ίκαρος)


  "33 στροφές"- Canek Sanchez Guevara (Ίκαρος)


Η Κούβα των 90ς, της γραφειοκρατίας, του χαφιεδισμού και της καταπίεσης μέσα από την ιστορία ενός ανθρώπου που αφυπνίζεται μέσω του διαβάσματος και της μουσικής σε ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα απο τον εγγονό του Τσε Γκεβάρα.



  Σπάνια ένα μυθιστόρημα είναι τόσο μουσικό, όσο το μοναδικό του εγγονού του Τσε Γκεβάρα. Ο Canek Sanchez Guevara  σε μια μικρή  σε μέγεθος αλλά μεγάλη σε συναισθήματα και ένταση, σύνθεση, παρουσιάζει την Κούβα, μετά την επανάσταση. Η πατίνα του χρόνου και του εμπάργκο, είναι το μόνο στολίδι στο κομματικό κουφάρι του πρώην επαναστάτη Φιντέλ Κάστρο.

Ο κεντρικός ήρωας, είναι γνήσιο δημιούργημα της επανάστασης. Παιδί ενός αγράμματου επαναστάτη και μίας αστής που προσχώρησε στο όραμα της ισότητας και της ελευθερίας. Καταπιέζεται από μικρή ηλικία να είναι πιστός στα κομματικά του καθήκοντα και μετρίως μέτριος στα υπόλοιπα. Όπως σε όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, η κομματική προσήλωση εξασφαλίζει την άνοδο στα σκαλιά της κομματικής ιεραρχίας και μια θέση στο Δημόσιο.
Εξασφαλίζει την κομματική ταυτότητα, που τόσο αμήχανα αλλά με γνώση της δύναμης της θα επιδείξει ο κεντρικός ήρωας , όταν τον σταματήσουν για εξακρίβωση κάποιο βράδυ. Η πρώτη γνωριμία με την πραγματική Κούβα θα είναι στα λόγια του αστυνομικού, μόλις την δει «συγγνώμη, αλλά ένας μαύρος , που τρέχει μέσα στη νύχτα είναι πάντα ύποπτος». Ένας μαύρος που τρέχει να προλάβει το λεωφορείο... Οι όποιες ομοιότητες με την χώρα στην αντίπερα όχθη , θα χαρακτηριστούν συμπτωματικές.

Η αφύπνιση του ήρωα, η μεταστροφή του από ένα πιστό αν και αδιάφορο υπηρέτη μίας ιδέας που αραχνιάζει στα γραφεία, βαριεστημένων κρατικών υπαλλήλων που αντιμάχονται την τροπική ζέστη και την φθίνουσα επανάσταση, θα γίνει με τον μόνο τρόπο που ανατρέπει τα απολυταρχικά καθεστώτα, το διάβασμα, που θα ενθαρρύνει η μητέρα του και την επαφή του με την μουσική.
Η ενηλικίωση του σε μια χώρα που αλλάζει και γίνεται πιο εσωστρεφής, ειδικά μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και την εμφάνιση των κουπονιών και των «διπλών» καταστημάτων, με αγαθά μόνο για τους ξένους και τους κατέχοντες σκληρό νόμισμα, θα είναι σκληρή.
Ένας γάμος που θα απασφαλίσει την αίσθηση της μοναξιάς ,θα τον οδηγήσει στην φυγή και στην παραίτηση. Στην ρουτίνα του ζω και επιβιώνω, που θα ταλανίζει μόνο η βοήθεια με σκληρό συνάλλαγμα της μητέρας του από την Ισπανία και η Ρωσίδα συγκάτοικος στην οκέλα, που του επιτρέπει να αγοράζει κάποια αγαθά που για τον μέσο δυτικό θεωρούνται στοιχειώδη. Το περιδιάβασμα του στους φημισμένους παραθαλάσσιους δρόμους της Αβάνας, την παρακμιακή πόλη που καλεί τον απλό Κουβανό, να μεθύσει με φτηνό ρούμι, να ακολουθήσει τις επιταγές του κόμματος σε συγκεντρώσεις στη δουλειά, την γειτονιά, όπου χρειάζεται να προασπίσει την επανάσταση, η παρακολούθηση από το αυταρχικό, πρώην επαναστατικό καθεστώς, κάνουν την ανάγνωση πιο πνιγηρή και από μια βόλτα στο κέντρο της Αβάνας , κατα καλόκαιρο ,με χαλασμένο κλιματιστικό. Η παρομοίωση του κόσμου, των ανθρώπων, με δίσκους 33 στροφών, που έχουν χάσει την λάμψη τους και έχουν φθαρεί, ακολουθεί κάθε λέξη, κάθε γραμμή. Χαρακτηρίζει την οπτική του κεντρικού ήρωα αλλά και του βιβλίου.

Ο δίσκος του ήρωα, είναι θολός, όπως θολά είναι και τα μάτια και τα όνειρα των συμπατριωτών του, σε μια χώρα όπου η ζωή έχει γίνει επιβίωση και αποδοχή του πεπρωμένου που αποφασίζεται στα γραφεία του κόμματος και της κομματικής νομενκλατούρας. Η φλόγα της αντίδρασης, θα έρθει με την επαφή του με μια παλιά φωτογραφική μηχανή, από την ανάγκη του, να νιώσει και πάλι, ενεργός, αυτόνομος, έξω από τις νόρμες που του έχει ορίσει ο πατέρας του, που τον πρόδωσε το ίδιο του το κόμμα και η κομματική του ταυτότητα.
 
Μέσα από τον φακό της μηχανής, θα γνωρίσει στα μέσα της δεκαετίας του 90, όπου διαδραματίζεται η ιστορία, μια γενιά ανθρώπων, που κουράστηκαν και θέλουν το δικαίωμα να αποφασίσουν αυτοί αν θα πιουν μια κοκα κολα ή όχι. Αυτοσχέδιες σχεδίες, βάρκες και πλοιάρια που φεύγουν πια μέρα χωρίς να ντρέπονται, παρά μόνο να φοβούνται, μέρα μεσημέρι. Φίλοι που αποχαιρετούν τον παράδεισο της γραφειοκρατίας και της κομματικής πίστης για μια θέση σε ένα σκυλοπνίχτη, που θα τους μεταφέρει στο όποιο, Αμερικάνικο όνειρο.
 
Η προσωπική του αποσύνθεση θα σταματήσει και θα φουντώσει μέσα του η φλόγα, που συντηρούσε με το διάβασμα και την μουσική. Σαν άλλος Οργουελικός ήρωας, θα αποτινάξει εν γνώσει του την σχέση του με το καθεστώς, την κομματική του ταυτότητα και με αφορμή, το βούλιαγμα ενός κλεμμένου ρυμουλκού, που θα παρουσιαστεί ως αντεπαναστατική πράξη από τις ειδήσεις, θα έρθει σε ρήξη με το παρελθόν που τον έχει ευνουχίσει ψυχικά.  Η συνειδητοποίηση της ατομικότητας, το δικαίωμα στην επιλογή του παρόντος και του μέλλοντος, θα καθαρίσουν το θολό ήχο του δικού του 33αριου δίσκου. Αφήνοντας την Κούβα του Κάστρο πίσω του θα ανέβει σε μια βάρκα, που αφού φωτογραφηθεί στην έξοδο της από την ακτοφυλακή και τους δημοσιογράφους, θα οδηγηθεί στον επερχόμενο κυκλώνα. Ο δίσκος των 33 στροφών, θα έχει απελευθερώσει την μουσική του για πάντα, πέρα από λογοκρισίες και ταξικά, αγωνιστικά οράματα.

Σε μόλις ογδόντα οκτώ σελίδες, γεμάτες μουσικότητα και θάρρος, ο Γκεβάρα θα μας μεταφέρει στο καφκικό περιβάλλον της Κουβανέζικης γραφειοκρατίας, της φτωχοποίησης στο όνομα της επανάστασης ενός ολόκληρου λαού, στην χώρα του χαφιεδισμού, της κομματικής υποταγής και του φόβου. Όλα όσα οι πλούσιοι Δυτικοί τουρίστες γυρνάνε τα μάτια τους αλλού, για να μην τα βλέπουν, προκείμενου να πιουν το φτηνό ρούμι τους, και να καπνίσουν τα πούρα τους, παρέα με τις Κουβανές που περιμένουν μερικά αμερικάνικα δολάρια για να κοιμηθούν μαζί τους.

Ένα βιβλίο, γεμάτο από την ένταση της συνειδητοποίησης του μακροχρόνιου εγκλεισμού σε έναν ιδεοληπτικό «παράδεισο» για λίγους και κόλαση για πολλούς. Όταν τα μυαλά ανοίξουν, η επιλογή της ελευθερίας με όποιο κόστος είναι η μόνη λύση. Τα βιβλία και η μουσική για μια ακόμη φορά λυτρώνουν και σπάνε αλυσίδες.

Ο Γκεβάρα τιμά τον παππού του, με ένα κείμενο, αγωνιστικό αντάξιο του χαμού του Τσε στην Βολιβία. Μόνο που αντί για σφαίρες, πυροβολεί με λέξεις. Λέξεις αιχμηρές, βυθισμένες στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Ένα γνήσια αντικαθεστωτικό βιβλίο, που θυμίζει έντονα το «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς».  Είναι πραγματικά κρίμα που ο θάνατος του συγγραφέα του, μας στέρησε την δυνατότητα να περιμένουμε και άλλες δουλειές του.

Ακούγεται συνοδεία του: Area 52, Rodrigo Y Gabriela & C.U.B.A.

SLAMMIN GLADYS- "Two"

 

SLAMMIN GLADYS- "Two"

 

Interesting album somewhere between classic American hard rock in the vein of AEROSMITH,Ted Nugent and the 90s alternative metal rock scene (BANG TANGO,KIK TRACEE, SAIGON KICK). with a strong presence of funk,groove along The guys are coming from the early 90s and are along those that grunge put aside as they were not hype enough and more hard rock than they should be. 

Nice songs, strong delivery a singer , Dave Brooks, who has his own voice, in the vein of the great ones, quite distinctive and some nice songs that can always decide if they want to be stadium anthems or small bar jukebox heroes.The band has a touch of FM rock and modern sound, check the opener "Toxic lover" or the more country/hard rock 'Ice water"with the flavor of early AEROSMITH everywhere in it. The funk and the groove in general are all around the album, 'Dragon eye girl' is such an example even better, groovier and funkier the excellent "Light up"a song that could be in any Steve Salas Colorcode  or Dan Reeds album. A ballad in the vein of the tear jerking big ones of the 90s "Durango' and everything is in place. 
SLAMMIN GLADYS are a breath of fresh air in a genre where everyone copies the past without remembering the joy of playing or listening to music.

 
 
Rock, funk, sleaze and modern sounds blend in a mix that makes us want to put on our dancing shoes.
7,5

Holy Monitor- "Southern lights"

 

Holy Monitor- "Southern lights"



  Although their previous album got rave reviews and I listened to it more than a couple of times, I couldn't get connected with it. With their new work "Southern Lights" it had the opposite effect. A great album in the tradition of bands like PINK FLOYD with modern elements taken from the post rock/alternative scene with a few country/americana elements. The influences are all over these laid back album with "Rivers" and ``The sky is falling down", "Blue whale" standing out. 
  Psychedelic rock, progressive rock, post rock all fusing here in a sonic amalgam that travels you across oceans of senses and emotions. The quality of HOLY MONITOR is exactly how they infuse their influences to their sound and their songwriting skills.The songs are more than everlasting jams, they let the song breathe with great  male and female vocals that bring the "space' element upfront. 
  A great album to accompany these times of isolation. A journey to the stars or an introvert journey to the center of our own existence.



 

8

Song of the week- Steve Vai "Knappsack"

Song of the Week

 

 Steve Vai's  New song "Knappsack"

 

We introduce you the song of the Week.... (One Unique post of a new release every Week)

The song will be also played at Social Distortion Radio Show at ErtOpen 106,7 & www.ertopen.com

Every Monday night 2100-2300

 


 

 Steve Vai's new song New song "Knappsack" is out now! Using one hand due to injury, only

Moby- Porcelain: Μια αυτοβιογραφία (Ροπή)

  Moby- Porcelain: Μια αυτοβιογραφία (Ροπή) Οι μ...

Δημοφιλή/ Popular