Melanie Wallace: Το γαλάζιο άλογο που ονειρεύεται

 

 

Melanie Wallace: Το γαλάζιο άλογο που ονειρεύεται (Πόλις)



 Όσοι παρακολουθείτε συγγραφείς σαν τον Κόρμακ Μακ Κάρθυ, θα γνωρίζετε ότι υπάρχει μια συγγραφική αναβίωση του γουέστερν και ως λογοτεχνικού είδους, πέραν του κινηματογραφικού. Παρ’ όλα αυτά η δουλειά της Αμερικανίδας συγγραφέως Melanie Wallace, έχει να επιδείξει κάτι πρωτόγνωρο για τον χώρο. Αποστασιοποιημένη απ’ τον ρεαλισμό ηρωικό ή όχι των κατά βάση ανδρών συγγραφέων του είδους, μας μεταφέρει σε αυτό που θα χαρακτήριζα, συγκρατημένα αλλά όχι αβάσιμα, ως γοτθικό γουέστερν.

Σε μια ατμόσφαιρα παράδοσης στην μοίρα και το βέβαιο τέλος, ένα συνοριακό οχυρό λίγο μετά το τέλος του Εμφυλίου πολέμου, δέχεται για προστασία και επανένταξη στη Δυτική κοινωνία, δύο γυναίκες που έχουν απαχθεί και ζήσει με τους Ινδιάνους για σχεδόν μια τετραετία. Η μία θα θεωρήσει την απελευθέρωση της λύτρωση, η άλλη η Άμπιγκειλ Μπιούελ (ετοιμόγεννη κατά την έλευση της στο οχυρό), σαν αρχή της πραγματικής αιχμαλωσίας της. Παρών και ουσιαστικά κινητήρια δύναμη σε όσα δεν γίνονται, ο διοικητής του φρουρίου, συνταγματάρχης Κάτερ. Ένας άνθρωπος έρμαιο προσωπικών φαντασμάτων και ερωτημάτων, που βλέπει το απομονωμένο του φυλάκιο να εξαθλιώνεται από την έλλειψη προμηθειών, αδυνατεί να ισορροπήσει την δυναμική του ως διοικητή, με τα προσωπικά του φαντάσματα και τις επιταγές που συνεπάγεται η διοίκηση.

Η παρουσία της γυναίκας στο στρατόπεδο θα λειτουργήσει καταλυτικά, βυθίζοντας τον περισσότερο σε έναν κόσμο σχεδόν ναρκοληπτικό, με το στρατόπεδο να αποσυντίθεται μπροστά του, τα αποσπάσματα που βγαίνουν για τροφή και ξυλεία να μην επιστρέφουν και τον ίδιο να συνδέεται με την Άμπιγκειλ, σε μια σχέση λανθάνουσας παράνοιας και ερωτισμού ταυτόχρονα.

Η ίδια πρώην αιχμάλωτη, απομονωμένη από τους λευκούς, αναπολεί τη ζωή της και μας μεταφέρει στα πραγματικά ελεύθερα χρόνια της με τους ινδιάνους, ενώ πεισματικά αρνείται να μοιραστεί την ζωή της, με τον επίμονο δημοσιογράφο Γκάμπριελ, που θα έρθει στο οχυρό ψάχνοντας απεγνωσμένα την είδηση που θα τον κάνει διάσημο (πρόδρομο της μοντέρνας σκανδαλοθηρικής-πτωματολάγνας δημοσιογραφίας).

Στο χρόνο της αποσύνθεσης, θα γνωρίσουμε τον εσωτερικό κόσμο του συνταγματάρχη που ταλαντεύεται μεταξύ του στρατιωτικού καθήκοντος και των ερωτημάτων του, για την διαμάχη του καλού με το κακό και την ύπαρξη της μεταθανάτιας ζωής, στην οποία έχει οδηγήσει ο ίδιος αρκετούς στρατιώτες με τις διαταγές του. Στον αντίποδα θα γνωρίσουμε την ζωή της Άμπιγκειλ, τυραννισμένη από τις κακοποιήσεις και την ανισότητα , λόγω του φύλου της, που την οδηγεί να αναγνωρίσει στην «πρωτόγονη» κοινωνία των Ινδιάνων στοιχεία, που η «προηγμένη» Δυτική κοινωνία, αδυνατούσε να τις προσφέρει.

Η Melanie Wallace μας καθηλώνει με μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα σήψης, αποδόμησης, διάλυσης, στην οποία ο Κάτερ είναι απλώς επιβλέπων. Μαζί με τον ψυχικό του κόσμο, αποδομείται και ο στρατός, το τελευταίο οργανωμένο στοιχείο μίας κοινωνίας, που μόλις έχει βγει από έναν εμφύλιο πόλεμο. Το έργο της Wallace είναι εμποτισμένο με έναν τρόμο, προέλευσης Έντγκαρ Άλαν Πόε. Το κακό καιροφυλακτεί σε μηνύματα, σκιές, σημάδια. Η βία είναι υπόγεια, υποχθόνια, δεν εκφράζεται άμεσα, αλλά τις μικρές ώρες, αγκαλιά με το σκοτάδι και την ομίχλη, που δυναστεύει, έστω και με τη μορφή αμμοθύελλας την ζωή και το μυαλό των κατοίκων του οχυρού 2881. Η κατάσταση μυρίζει επερχόμενο κανιβαλισμό, τα μουλάρια γίνονται βορά στην όρεξη των ταλαίπωρων στρατιωτών. Το νεκρό παιδί της Λευκής Ινδιάνας, βορά των όρνεων μετά τον θάνατο του, αφού ως μωρό η ίδια αδυνατεί να το θηλάσει, όντας παραδομένη στην άρνηση της επερχόμενης «πολιτισμένης» ζωή της. Τα ζοφερά χρώματα της ζωής στο στρατόπεδο, αποκτούν λάμψη και ανοικτό χρώμα από τους δύο μοναδικούς ανθρώπους που έχουν λόγο να συνεχίζουν, τον μαύρο πεταλωτή/στρατιώτη Κόουλ και την πλύστρα Μαρία. Η νοσηρή ατμόσφαιρα, μέσα από ατελείωτες αναδρομές από τον ίδιο τον Συνταγματάρχη, που αναπολεί τα γεγονότα, έχοντας πια φύγει μακριά, μας καθηλώνει σαν μια ξέφρενη πορεία του πλοίου προς τα βράχια και την τελική σύγκρουση.

Ο ρατσισμός όπως εκφράστηκε, εκεί στα χρόνια μετά τον Αμερικάνικο εμφύλιο, σε όλα τα επίπεδα, προς τους μαύρους, τις γυναίκες, τους Ινδιάνους, τους σκεπτόμενους ανθρώπους, διαποτίζει την δουλειά της Wallace. Δεν είναι ένα απλό μυθιστόρημά για τη ζωή στα ακριτικά φυλάκια των ΗΠΑ. Είναι μια δριμεία κριτική για τη ζωή των γυναικών και των έγχρωμων στην Αμερικάνικη κοινωνία του 19ου αιώνα, για την εξόντωση των ιθαγενών, για τον λευκό διαφωτισμό των όπλων και τον ρατσισμό των ΗΠΑ επί κάθε «κατώτερης» φυλής.

Η μαγεία του βιβλίου, είναι ότι όπως και στα έργα του Πόε, ο θάνατος είναι μια λύτρωση και μια ελπίδα, η Αμπιγκείλ Μπιούελ, μετακινείται σε ένα κόσμο πιο δίκαιο, ο Κάτερ, ξεκαθαρίζει τους λογαριασμούς του με τη ταραγμένη πραγματικότητα και επιστρέφει να συναντήσει την γυναίκα, του, την συνοδό του χρόνια τώρα μέσα από επιστολές που της γράφει, δίχως απάντηση, γιατί είναι από χρόνια νεκρή. Ο Γκάμπριελ, ο επιτυχημένος δημοσιογράφος, σαν γνήσιο τέκνο της δημοσιογραφίας του 20 ου αιώνα, παραμένει αλώβητος από την ανθρωπινή πλευρά των πραγμάτων, γιατί απλά δεν εξυπηρετεί τον προσχεδιασμένο τρόπο ανάγνωσης των πραγμάτων, που του επιβάλλει το σύστημα που τόσο πιστά υπηρετεί.

Το «Το γαλάζιο άλογο που ονειρεύεται» είναι μια ελεγεία στον τρόπο ζωής των ιθαγενών της Αμερικής που χάθηκαν. Τρόπο σκληρό, αλλά προσαρμοσμένο σε μια κοινωνία, που ζούσε από τη γη, για τη γη. Είναι ακόμα ένα δριμύ κατηγορώ, για τις αναπτυσσόμενες ΗΠΑ και τον ρατσισμό σε κάθε μορφή προς τους αδύναμους, είτε λέγονται μαύροι είτε γυναίκες, είτε Ινδιάνοι, που θα χρειαστεί σχεδόν έναν αιώνα ακόμα και δύο παγκόσμιους πολέμους, για να αλλάξει. Πάνω από όλα όμως είναι ένα γράμμα απόγνωσης, από έναν άνθρωπο που παραδίνεται στη δίνη των γεγονότων, καθώς δεν μπορεί να ισορροπήσει τις προσωπικές του αγωνίες και αναζητήσεις. Ο Κάτερ, είναι ο καθένας μας, σε συνθήκες μεγάλης πίεσης, όταν ότι του μένει για να τον συνδέσει με το «ευτυχισμένο» παρελθόν είναι στιγμές και αναμνήσεις, που δεν έχουν πια απήχηση στον κόσμο και τις πραγματικές συνθήκες που βιώνουμε.

Σκοτεινό, γοτθικό, πικρό, αλλά όχι πικρόχολο, αυτό το μοντέρνο γουέστερν της Melanie Wallace είναι στην πραγματικότητα, μια διεισδυτική ματιά σε μια κοινωνία, που θέλει να αλλάξει, χωρίς ουσιαστικά να αποδέχεται το διαφορετικό. Μια μικρή, ευαίσθητη, λεπτομερής καταγραφή των αδιέξοδων των Δυτικών κοινωνιών στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ο τεχνολογικός πολιτισμός, θα μπορούσε αλλά δεν κατάφερε να απελευθερώσει ψυχικά, τον άνθρωπο από τις προκαταλήψεις του για τα φύλα και τις φυλές. Ένα βιβλίο, αποπνικτικό, γιατί είναι αληθινό. Σκληρό, αιχμηρό, αλλά μαγευτικό, μέσα στην όξινη γεύση της παράδοσης στην άρνηση και την τρέλα, της Μπιούελ για να αποφύγουν οι κεντρικοί ήρωες, αυτό που οι υπόλοιποι, ονομάζουν οργανωμένη κοινωνία. Μια κατάθεση ψυχής, για όσους τολμούν να διεκδικούν με τον τρόπο τους το δικαίωμα στη ζωή και την διαφορετικότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Moby- Porcelain: Μια αυτοβιογραφία (Ροπή)

  Moby- Porcelain: Μια αυτοβιογραφία (Ροπή) Οι μ...

Δημοφιλή/ Popular