DEEP PURPLE -"Whoosh"

 DEEP PURPLE -"Whoosh"



Coronavirus delayed DEEP PURPLE's release of their latest album "Whoosh'. Having listened to the first singles I was a bit surprised and felt betrayed. The sound was too experimental and even not hard rock. But having given the album more than a few spins, now, I must admit, they did it again. They came with an album so versatile that it blows your mind considering their combined physical,not to mention musical age. The opener 'Throw my bones' is a modern DP hard rock song but as the album continues you see the album real captains. The Don Airey keyboards are far away from the classical Lord sound and along with the always unpredictable Morse, the structure songs equally modern and classic such as "Drop the weapon',"What the what" or even far more to the left side of hard rock like  "Nothing at all" and  'Dancing in my sleep ".  If "House of the blue light' is your favorite DP album, you'll find enough p leasers here and the redemption you were seeking for the decades. But if you re a hardcore fan w ho follow them for years you find some new classics in the forms of . 

"Whoosh'' may have the Gillan footprint all around composition wise and some really "strange" songs like "We're all same in the dark" and "The power of the moon" with its PINK FLOYD vibe but it is definitely a good DP album, that you'll listen for several times and still can't get over it and have a decision on how good it is. Modern, full of great work in every section with a clear blue sky production, that helps the members stand out like in the live environment (Bob Ezrin, did it again) it is an album refreshing, if you listen to albums of musicians of their class. Once again DP, did it. Sorry to miss them this summer, let's hope coronavirus will allow their tour with BOC in 2021.



7,5

BLUE OYSTER CULT - "The symbol remains"

 BLUE OYSTER CULT - "The symbol remains"



BOC's first new studio work in 19 years was expected with anticipation and something more. The legendary band was continuing to give helluva performances on stage, while they were denying their return in the studio. As the music industry was dying and the physical product sales were diminishing, the chances to see BOC recording new work were thin. Suddenly one day a new track, besides the ones they were sporadically present live, surfaced and the story begun. BOC are among the bands that have played everything in metal. From psychedelic free from songs to heavy metal thunders.The lyrics and the sense of melody they have, the flow of melody ,mostly due to Mr.Roeser, their magnificent lead guitar player, are  trademark sound along with Mr.Bloom  gravy vocals.The last decades Richie Castellano , a multi instrumentalist came to cover the gap of Alan Lanier and  now shines as the band trusted him in singing "Tainted love" and other songs and with his contribution as guitar player, something already known from their live appearances. The album is a mix of musical styles from the heavy opener "That was me", the more trippy "Box in my head" and then the  first surprise 'Tainted love" with R.C on vocals to stand out easily with its vampirish/doomed love atmosphere. The "Edge of the world" with Bloom and "The machine" with RC on vocals are mid BOC period songs that could easily be in "Spectres" or 'Mirrors" and then BOC make the unpredictable with the rock n roll "Train ,train" a song reminding of "Dr.Music" a straightforward rock n roll song sung by Roeser. To be followed by the far more complex in the BOC style "The return of St.Cecilia" again an excellent performance by R.C.

The band seems rejuvenated and tight from all these years of touring and performing and perfecting their songs in the final detail. So what we get is one of the most  rich BOC albums, diverse,with sonic variety and maturity. They don't have to prove something,nothing to anyone.They write great rock songs, edgy, heavy and yet melodic, with Roeser and his characteristic guitar phrases driving the BOC ship to new heights. For the fans of the early days , till the most commercial of "Club Ninja' there's something in here, although this time BOC took the heavy approach blending their 70s spirit with the metal edge of the 90s. "Stand and fight' is another heavy song with Bloom creating this imaginary conflict and bringing the heroic element in the streets. Barbarians and metal in one story with Eric telling in his unique way the story of crushing skulls.
'Florida man '' is another classic song, full of the mystery that only the melodic voice of Roeser knows how to bring along with the claps at the rhythmic department, a journey down to Florida  swamps and its secrets.  "Alchemist" is a change of scenery into a more heavy sound with the fantasy elements and a more heavy sound that commands the song. A song that could take place in "Imaginos". A nice touch of melody in style again from Roeser in ''Secret road' . Bloom raises the emotions in "There is a crime" and Roeser talks about "Fight" in the most sensitive way, the BOC could ever think. A journey in the human sensibilities, to close an album in the best possible way
 

 

So while Roeser takes on the more direct rock n roll songs , besides "Florida man" and "Fight" and Bloom on the most heavy ones,  Castellano is the one who brings the element of surprise and upgrades the new BOC to a beast that won't leave anyone indifferent with his sensitive and "dark" approach to the songs he sings. "The symbol remains" is an album sensitive, heavy,dark, diverse, a BOC album as expected full of surprises, some classic songs and most and above all a return to from from a band who proved they still have it on stage for decades and now are giving us , one last proof of their studio abilities. Time will tell, how long we will have to wait for a new BOC studio work, but until then, the answer is yes, the symbol and the musical mystery remains intact and solid, reign over the less fortunate bands who have to release albums at the same time.

8

Αυτόματα – Κώστας Περούλης (Αντίποδες)

 

Αυτόματα – Κώστας Περούλης (Αντίποδες)

Μια συλλογή δέκα διηγημάτων με θέμα την εργασία. Δέκα διαφορετικές προσεγγίσεις σε δέκα διαφορετικά επαγγέλματα από τη μεριά του εργαζόμενου. Με μια προσέγγιση βαθιά ανθρώπινη, ξεγυμνωμένη από συνδικαλιστικά τσιτάτα και θεωρίες που άνθισαν με τον διαφωτισμό, ο Περούλης πεζογραφεί γύρω από την ουσιαστική αίσθηση της εργασίας. Τέμνει εις βάθος την καθημερινότητα, την ανάγκη για εργασία , γιατί αυτή αποτελεί πρώτα παράγοντα επιβίωσης αλλά και διαβίωσης και μετά μια ακόμη συνήθεια, μια νόρμα παραγωγής προσαρμοσμένη στην κοινωνική συνθήκη και σε άλλες χώρες δικαίωμα, που αποτελεί η εργασία.


 

Οι ήρωες και ηρωίδες καλύπτουν όλα τα ταξικά στρώματα, όλες τις κοινωνικές ομάδες. Από τον εργάτη του τρύγου, τον παράνομο αλλοδαπό που βοηθά και υφίσταται τον ρατσισμό των Αλβανών που έχουν εξομοιωθεί και αφομοιωθεί από την Ελληνική ύπαιθρο. Ο Έλληνας εργοδότης, που είναι πια τεχνοκράτης στον τρύγο, παρατηρεί τα μετεωρολογικά δελτία και η πληροφορία για την επερχόμενη αλλαγή του καιρού αποκτά αξία χρηματιστηρίου, αφού το κέρδος περιορίζεται σε μερικά λεπτά, ανάλογα με την προσφορά και την ζήτηση και η αξιολόγηση της πληροφορίας, για την επερχόμενη βροχή, μαζί με την ταχύτητα στον τρύγο, έχουν αντικαταστήσει μια ολόκληρη χρονιά προσπάθειας στο αμπέλι. Οι λεπτές γραμμές συμπεριφοράς, των Αλβανών βοηθών στον Έλληνα ιδιοκτήτη και στον Πακιστανό που θα ολοκληρώσει την ομάδα συλλογής, δίνουν την γκρίζα εικόνα της Ελλάδας, που ακροβατεί ανάμεσα στην Μανωλάδα και το χρηματιστήριο.

Η ηθοποιός στο «Βέακειο», ο ρόλος, η απώλεια της προσωπικότητας της ηθοποιού στον ρόλο. Οι ακροάσεις, η ανάγκη να επιβιώσει στον κόσμο των συντεχνιών και των γνωριμιών, καταρρίπτουν ένα χώρο προ πολλού αλωμένο από την είσοδο της διαφήμισης, του χρήματος και της υπερπροσφοράς που μαζί με τις δημόσιες σχέσεις κάνει τον ηθοποιό, πιόνι στο άρμα των γνωστών δημοσιοσχετιστών ή των «κουλτουριάρηδων».

Το «Κάπιταλ» είναι ένα ακόμα δείγμα πραγματικά δυναμικής γραφής, με την ιστορία μέσα στην ιστορία. Ο κεντρικός ήρωας διψά για κέρδος, αξιοποιώντας την τεχνολογία και το χρηματιστήριο, ένας εκπαιδευόμενος σε εικονικό στίβο μάχης, για να καταταχτεί μόλις ολοκληρώσει την εκπαίδευση του στην οικογενειακή επιχείρηση. Ο Περούλης αποδίδει πολύ πειστικά, την κάψα του τζόγου, τις διακυμάνσεις του κέρδους και της χασούρας, τον μοντέρνο τζογαδόρο, που ζει και αναπνέει για να κερδίζει ή χάνει με εικονικό χρήμα, αέρα, που τελικά υλοποιείται κάνοντας περιουσίες ή καταστρέφοντας, όταν  τα πάντα γίνουν χρήμα. Μια διαφορετική καλοκαιρινή δουλειά, που προσπαθεί να αποδείξει την υπεραξία της εργασίας σε ένα νέο της ηλεκτρονικής εποχής, αντί να τον στείλει στο σουβλατζίδικο της γειτονιάς, για να «μάθει πώς βγαίνει το χρήμα», ένας ακόμα εθισμός.

Στο «υπηρεσιακό» δύο μέλη των Μ.Α.Τ μιλάνε για τη ζωή πίσω και πέρα από τις ασπίδες. Τον φόβο μπροστά στη φωτιά της βόμβας μολότοφ. Την αδυναμία να προστατευθούν με τις άνωθεν εντολές να τους αναγκάζουν παρακολουθούν τις επιθέσεις εις βάρος τους, δίχως αντίδραση, την οργή, τον θυμό, την απογοήτευση, τα χαμένα όνειρα, για προσφορά, την απέχθεια της αστυνόμευσης, την απομόνωση αλλά και την αίσθηση της εξουσίας και της κατάχρησης της. Όλα αυτά σε ένα βροχερό ξημέρωμα στο λιμάνι του Πειραιά. Ένα διήγημα, ανθρώπινο, που αλλάζει εντυπώσεις, για όσους δεν έχουν γνωστούς που να υπηρετούν σε τέτοιες θέσεις.

Οι «στημένοι» διαγωνισμοί των δημοσίων έργων στα «Μπετά», απομεινάρι άλλων εποχών, με γλώσσα της πιάτσας και άρωμα  διαφθοράς. Ο ναυτικός που δεν θα πάρει ποτέ σύνταξη με την αιώνια αγάπη στη θάλασσα στο «Στη γέφυρα». Τα «Αστικά» με τα δικαστήρια της Ευελπίδων, την αγωνία της δίκης, τις μικρές λεπτομέρειες που μπορεί να κερδίσουν ή να χάσουν μια δίκη. Ζωντανό, ρεαλιστικό, με φανερή την προσωπική εμπειρία του συγγραφέα, μιλά για την ένταση ,το άγχος και την απογοήτευση ή χαρά του δικηγόρου, τις συναντήσεις των διαδίκων και τους κώδικες τιμής, τους συμβιβασμούς και τις συγκρούσεις. Ίσως το πιο δυνατό και καλοδουλεμένο διήγημα του βιβλίου, που θα ήταν καλό να διαβάζουν οι υποψήφιοι της τρίτης Δέσμης πριν διαλέξουν τη Νομική σχολή. Αποκαθηλώνει το Νόμο και τον εξανθρωπίζει σε ένα συνονθύλευμα λεπτομερειών που αλλοιώνουν ή  ξεκαθαρίζουν την αλήθεια προς όφελος ενός εκ των δύο διαδίκων ,σπάνια όμως προς όφελος της πραγματικής δικαιοσύνης.

Η ανδρική πορνεία στο «Στα τέσσερα» απομυθοποιείται. Γίνεται ένα ακόμα επάγγελμα με τα άγχη του, τα βοηθήματα του, τις προφάσεις και τις αντιφάσεις του. Ο κεντρικός ήρωας επαγγελματίας συνοδός κυρίων και ζευγαριών, δουλεύει σε όλη την Ελλάδα μέσω τεχνολογίας. Προσπαθεί να κρατά το προϊόν σε καλή κατάσταση, να μην χαρίζει ούτε φωτογραφία σε τσαμπατζήδες που ψάχνουν έστω και για λίγη εικονική ικανοποίηση. Παίρνει Βιάγκρα για να παραμένει σε στύση και μαζεύει τα χρήματα σαν εργατικό μυρμήγκι. Αποστασιοποιημένος, ψυχολογεί τους πελάτες για να πάρει καλή βαθμολογία στην ιστοσελίδα που διαφημίζεται και επιπλέον φιλοδώρημα. Μια ζωή σε ένα αέναο κύκλο κίνησης, αναζήτησης, προσφοράς ηδονής, πληρωμής, αποζημίωσης με θετικά σχόλια, για να έρθει ο επόμενος πελάτης. Στεγνό από συναίσθημα, αλλά ζωντανό διήγημα, σαν την σεξουαλική πράξη του κεντρικού ήρωα. Εμπεριέχει μια μικρή αναφορά στην έρευνα του συγγραφέα για το αντικείμενο με αρκετό αυτοσαρκασμό.

Το τελευταίο διήγημα με τίτλο «Στο Λοιμωδών» αποτελεί μια ωραία νοηματική  συνέχεια του προηγούμενου. Εδώ ήρωας δεν είναι ο εργαζόμενος στο Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης αλλά οι εποχιακοί ασθενείς. Η εισαγωγή με την ιστορία του Νοσοκομείου και τα κοινωνικοπολιτικά σχόλια για την χήρα του ευεργέτη και την συγκομιδή αφροδισίων από τους Έλληνες στρατιώτες στου Βαλκανικούς και τον Α’ΠΠ ως προϊόντα συνεύρεσης στα διάφορα πορνεία αλλά και «δώρο» βιασμών που έκαναν, δημιουργεί μια «εξυπνακίστικη» ατμόσφαιρα, γιατί η ανάγνωση της κάθε πράξης στην ιστορία είναι υποκειμενική.

Στον προθάλαμο των ιατρείων, η πόρνη με τα χαρακτηριστικά του Ανατολικού μπλοκ, ο κεντρικός ήρωας που την εποφθαλμιά έστω και ασυνείδητα ως ωραία γυναίκα. Ο συνεσταλμένος Πακιστανός, ο αστός μεσήλικας κύριος, ο κεντρικός ήρωας με την μόλυνση του ουροποιητικού, πιθανώς κάποια βλεννόρροια, από τα χαρακτηριστικά ή ίσως ουρηθρίτιδα, που ανατέμνοντας τον ιστό της μικρής κοινωνίας της αναμονής του Λοιμωδών, μελετά ενδελεχώς την «εισαγόμενη» πόρνη. Εκπλήσσεται από την σεμνή στην εμφάνιση εγχώρια. Φιλοσοφεί ανάμεσα στο τι επιτρέπεται να κάνει η σύζυγος, φίλη σε σχέση με την εκδιδόμενη για χρήματα, που υπακούει στους κανόνες  της  «Επέκτασης του πεδίου της πάλης» χωρίς όμως το συναισθηματικό τίμημα που αποτελεί την ουσιαστική πληρωμή για τον άνδρα σε μια σχέση. Αισθάνεται ανωτερότητα λόγω της «Πανεπιστημιακής» μόρφωσης, που λειτουργεί ως εφαλτήριο αλλά και βοήθημα για να «ρίξει» σε μια επόμενη κίνηση τις «υποδεέστερες» στην λογική του εκδιδόμενες. Ρατσιστής, με «αριστερές» αρχές, μοιάζει σαν ψάρι έξω από το νερό, όταν κολυμπά στην θάλασσα της αίθουσας της αναμονής που ο Μαρξ, ο Ενγκελς, ο Ρουσό έχουν αντικατασταθεί  στον υπέρτατο βαθμό από τον Δαρβίνο.

Ο σχολιασμός του Πακιστανού που πηγαίνει σε πόρνες, γιατί ο δικές τους γυναίκες έχουν ηθική και δεν κάνουν τέτοια πράγματα… Ο θυμός και η έκρηξη της πόρνης, που αντιλαμβάνεται τον Μουσουλμανικό φανταμενταλισμό στο κορμί της και την άρνηση της ανθρώπινης ιδιότητας της στον κόσμο του Ισλάμ. Ο νεαρός από τις Δυτικές συνοικίες  εν δυνάμει « άνεργος» με κακόγουστο κινητό, που την θέτει μαζί  υπό την προστασία του, με τον σουγιά, από τον Πακιστανό. Ο αμήχανος και μόνιμα δίχως θέση κεντρικός ήρωας. Δένουν με τον καλοβαλμένο ηλικιωμένο που προτιμά το Λοιμωδών λόγω εμπειρίας αν και έχει την άνεση για καλύτερη περίθαλψη. Ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία του Μουσουλμάνου, ο φόβος και η επιθετικότητα του «ρατσιστή» κατά τον κεντρικό ήρωα, νεαρού από τις Δυτικές συνοικίες, η απάθεια και η έλλειψη τοποθέτησης από τον ίδιο και τον αστό ηλικιωμένο.

Μια ξεκάθαρη αναφορά στην έλλειψη δράσης και κριτικής στάσης απέναντι στα κοινωνικά φαινόμενα της Ελληνικής κοινωνίας, από όσους έχουν την δυναμική να ξεχωρίζουν κίνητρα και αίτια από το αιτιατό. Η Ελλάδα του φόβου, παραδομένη στην ασθένεια, σε ένα προθάλαμο αναμονής ενός κτιρίου ευεργετήματος από εποχές που υπήρχαν ευεργέτες με την όποια κοινωνική συνείδηση. Η σήψη και η φθορά της Ελληνικής κοινωνίας, η εύκολη κριτική στον άλλο, για το επάγγελμα ,το χρώμα,  την κοινωνική τάξη του,  συγκεντρωμένα σε μερικές σελίδες. Η εξέταση θα αφήσει τον κεντρικό ήρωα με τις κοινωνιολογικές θεωρίες του μακριά από τη σκέψη του, καθώς ο πόνος της μπατονέτας  συλλογής δείγματος, στην ουρήθρα θα του υπενθυμίσει, την ανθρώπινη ύπαρξη του. Πίσω από τις κλειστές πόρτες των εξεταστηρίων, όλοι είναι ίσοι μπροστά στον θεράποντα ιατρό. Όμως η γυναίκα παραμένει αντικείμενο εκμετάλλευσης στον προθάλαμο, από προοδευτικούς, αστούς και μουσουλμάνους, γιατί η χειραφέτηση μένει μακριά από τις κατευθυντήριες γραμμές , όταν επεμβαίνει το φύλο. Ίσως μαζί μετά τα «Αστικά» το πιο δυνατό διήγημα, που αποκαλύπτει και αρκετά πράγματα για τις απόψεις του συγγραφέα για το σήμερα.

Δέκα διηγήματα για τον «κοινωνικό αυτοματισμό», μέσα από την εφαρμογή του στο επαγγελματικό πεδίο. Δέκα περιγραφές , άλλες εκτενείς άλλες σύντομες, που διεγείρουν κοινωνικά αντανακλαστικά, προκαλούν σκέψη και σε βυθίζουν σε πραγματικότητες, που ακόμη και να θες να απωθήσεις σε περιβάλλουν. Γραφή, δομημένη, λιτή, εστιασμένη και ένα βιβλίο που σε προκαλεί να το διαβάσεις και να σκεφτείς.

Ακούγεται συνοδεία του “Dark side of the Moon” (Pink Floyd)

Chris Catena Rock City tribe-"Truth in Unity"



 Chris Catena Rock City tribe-"Truth in Unity"



Chris Catena is an Italian singer I had the pleasure to meet in person in the early 00s. A voice similar to Glenn Hughes and a similar love for hard rock, funk and soul led to some interesting albums. Italian native Catena returns now with his latest  "solo"effort, after a long journey around cover albums,project albums and Italian rock albums. An album of vigar, vivid hard rock influenced a lot by bands like DEEP PURPLE, TRAPEZE, WHITESNAKE, and full of melody.He does his mall tribute to THE WHO IN "Who knew " Now he’s back with ‘Truth In Unity‘, the debut record of his new band CHRIS CATENA’s Rock City Tribe, formed with renowned guitarist Janne Stark (Locomotive Breath, Overdrive, Mountain) and featuring a list of  famous guests including Pat Travers, Doug Aldrich, Damon Johnson, Bumblefoot, Kee Marcello, Rowan Robertson, Ozz Fox, Tracii Guns, Bobby Kimball, Paul Shortino, Carmine Appice, The album includes some interesting covers (MOUNTAIN) but for the most of it, is hard rock that strikes you like a punch in the face and earn an honest TKO. Great return into the  mainstream Hard rock action, wont call it form, for one of the most underrated voices of our genre.

 





7,5

THE DIRTY DENIMS-"Ready, steady, go"

 THE DIRTY DENIMS-"Ready, steady, go"



A Dutch quartet with female vocals, that should have been raised in Australia. Dirty, amped up, fuzzed,distorted rock n roll with guts. Imagine AC/DC meet the RAMONES at a STATUS QUO concert to cover RUNAWAYS songs. Full of riffs, no brakes rock n roll to get you up from your seat, fist in the air and join the dance. From the blasting opener "Ready,steady,go' to "Last call for alcohol" the recipe is the same. Solid riffs, screaming vocals with a touch of melody and a steady rocking rhythm section.Add some great 60's organ to give at some songs like  "Too  much information",the garage sound we loved in the 60s and revived in the 90s and here you go. Don't go far away looking for a good hard rockin band with a touch of punk in its sound and lots of references to the good life at the bar or the gig. AIRBORNE have found the perfect band to open their gigs. Great rockin stuff...



7.5

 "Ανατολικά της Δύσης" - Μίροσλαφ Πένκοφ (Αντίποδες)

Μια εκρηκτική μίξη Μυριβήλη, Καραγάτση, Κουστουρίτσα, Καζάν σε μια συλλογή  διηγημάτων, που αναδύουν έντονα το άρωμα, την ιστορία και την ένταση των Βαλκανίων σε κάθε λέξη τους.

Τα Βαλκάνια φιλοξενούν λαούς παραδοσιακά νικητές στις Βαλκανικές, ενδοοικογενειακές διαμάχες: Έλληνες, Σέρβους. Λαούς που δυνάστευσαν τα Βαλκάνια: Τούρκους και λαούς που επέλεξαν μόνιμα τη λάθος πλευρά στις αναμετρήσεις και η ιστορία τους «τιμώρησε» για αυτό, όπως είναι οι Βούλγαροι. Όμως όλοι οι Βαλκανικοί λαοί, ενώνονται από το ίδιο χώμα, το ίδιο νερό, το αίμα που έχει ποτίσει τη γη, τις θρησκείες που τους χώρισαν, τον πόλεμο που τους ωρίμασε, τα Εθνικά πάθη που τους δίχασαν, τη φτώχεια, τη μετανάστευση και το μίσος για τους υποκριτές πολιτικούς που τους ένωσε.

Χρόνια τώρα μαθαίνουμε την ιστορία από την πλευρά των Ελλήνων, μαθαίνουμε για τους Μακεδονικούς αγώνες, τον Παύλο Μελά, τους κακούς Τούρκους και τους ακόμη χειρότερους κομιταζήδες. Διαβάζουμε τον Μυριβήλη να γράφει για τους Βαλκανικούς και νιώθουμε δέος, για τους Μακεδονομάχους. Ο Πένκοφ με το εναρκτήριο διήγημά του, το Μακεδονία, μας βάζει σε ένα άλλο ιστορικό σύμπαν. Μια ιστορία αγάπης, έρωτα, σε μεγάλη ηλικία, που θυμίζει το  L'amour του Χαινέκε, με ιστορική διάσταση, που στοιχειώνει τον Έλληνα και τον Βαλκάνιο αναγνώστη, προκαλώντας  θέσφατα και απόψεις με τις οποίες  έχουμε γαλουχηθεί επί χρόνια.

penkovinΗ δυναμική του Πένκοφ διαφαίνεται στην έλλειψη κάθε ίχνους εθνικισμού. Ο ήρωάς του ζητά τη λύτρωση από τον χρόνο, από την προσωπική δειλία, πολεμώντας έναν από χρόνια χαμένο αντίπαλο για την καρδιά της γυναίκας του. Αδυνατώντας να συμβουλεύσει την κόρη του, που βιώνει τον χωρισμό της, ακροβατεί ανάμεσα στο παρελθόν και τον χαμένο αντίπαλο, το παρόν και τη γυναίκα του που χάνεται στην άβυσσο της άνοιας. Η σύγκρουση των κομιτατζήδων με τους Τούρκους σε ευθύ παραλληλισμό, με τον άνδρα που αρνείται τις ευθύνες του, μένει πίσω να προστατεύει τη μητέρα και το σπίτι του, αρνείται τον παραδοσιακό ρόλο του νεκρού ήρωα για αυτόν του ζωντανού «δειλού». Η γυναίκα του μήλο της έριδος σε ένα πόλεμο, που έχει χαθεί  χρόνια μαζί με τον αντίπαλό του, στο πεδίο μιας μάχης που ταπείνωσε τη Βουλγαρία. Η Μακεδονία, τόπος αγώνα, τόπος διεκδίκησης, τόπος ανάμνησης, για μια ζωή που χάθηκε και κερδήθηκε στο πεδίο των μαχών, αλλά και στο πεδίο του έρωτα.

Η πτώση του Ζίβκοφ και του ΚΚΒ, αποτελεί ακόμα ένα ορόσημο στη ζωή του σύγχρονου Βούλγαρου. Η αλλαγή από το Σοβιετικού τύπου κράτους σε μια άναρχη δημοκρατία, απασχολεί τον Πένκοφ σε επόμενα διηγήματα, είτε με τρόπο  κωμικοτραγικό, μέσα από τα μάτια ενός νεολαίου που ο πεσιμισμός, η άρνηση της κατάστασης τον οδηγεί μαζί με τον φίλο του να απεμπολήσουν κάθε ίχνος ταυτότητας ακόμη και τα ονόματά τους, για χάρη ψευδωνύμων, σε μια ζωή, που το σήμερα γίνεται ο βασιλιάς. Το εφήμερο, αντικαθιστά την ενατένιση του μέλλοντος, η κλοπή τη δουλειά και τη δημιουργία, ο φόβος για το αύριο, καθιστά το σήμερα αντικείμενο συναλλαγών. Η διάλυση της παλιάς τάξης του ΚΚΒ οδηγεί σε μια αναρχική δημοκρατία, με τον ελεύθερο πλέον πολίτη, σε μια διαρκή αναζήτηση του καλύτερου, να ακούει την κάθε σειρήνα του δυτικού τύπου κοινοβουλευτισμού. Οι παραδόσεις συνθλίβονται από το παρόν, που πατά στα μίζερα πόδια της επιβίωσης με κάθε μέσο και της άρνησης του παρελθόντος, σαν ιδεολογική πατερίτσα, σε κόσμους δίχως κανένα άλλο έρεισμα παρά την λαγνεία και λατρεία του χρήματος.

Η μετανάστευση κοινός τόπος των Βαλκανικών λαών, με τη μορφή, της νοσταλγίας, του νόστου για τη μητέρα πατρίδα ή της επιστροφής σε αυτή, για τη γιατρειά, αποτελεί μια ακόμη κυρίαρχη ιδέα στα διηγήματα του νεαρού Βούλγαρου, μετανάστη και αυτού για σπουδές. Το παρελθόν πληγώνει τη νέα γενιά, τη συντρίβει σαν μηλόπετρα. Στο «Αγοράζοντας τον Λένιν», ο διεθνισμός συναντά την οικογενειακή παράδοση, σε μια προσπάθεια να γεφυρώσουν το χάσμα που προκαλεί μια μετανάστευση στη χώρα της επιτυχίας, στις Η.Π.Α. Ο φόβος της μοναξιάς, οδηγεί σε επανεκτίμηση των αξιών, από τον εγγονό, που έχει αναζητήσει τον εαυτό του στη νέα χώρα, τη νέα γλώσσα αλλά και τον παππού, που έχει οχυρωθεί πίσω από το κομμουνιστικό του παρελθόν, το φόβο της αλλαγής και αρνείται ότι η κοινωνία και οι άνθρωποι εξελίσσονται. Η γλώσσα του αίματος, θα λυθεί από τη μοναξιά και η απόσταση θα γεφυρώσει δύο γενιές που δεν βρίσκουν το θάρρος να απεμπολήσουν το παρελθόν που τις στοιχειώνει για χάρη ενός καλύτερου μέλλοντος. 

Αντίστοιχα στη «Φωτογραφία με την Γιούκι», η πατρίδα, οι παραδόσεις, οι τσιγγάνοι, η οικογένεια θα γίνουν ο λόγος επιστροφής από το Σικάγο, στη Βουλγαρία και συνειδητοποίησης από ένα νεαρό ζευγάρι ενός Βούλγαρου και μιας Γιαπωνέζας, της αξίας της ζωής, της ανοχής και της λύσης των συνδέσμων με τη ζωή. Ο θάνατος ενός νεαρού τσιγγάνου σε ατύχημα ή από τον πατέρα του, θα φέρει το ζευγάρι αντιμέτωπο με την οικογένεια, τα έθιμα μιας φυλής που ζούσε πάντα στο περιθώριο των τσιγγάνων αλλά και με τους ίδιους τους εαυτούς και τα θέλω τους. Η υπέρβαση του ορίου της ανθρώπινης επαφής, η ζωντάνια των τσιγγάνων, το Βαλκανικό ταπεραμέντο τα μαντζούνια και η σοφία των ηλικιωμένων θα κάμψουν τις δυτικού τύπου αντιστάσεις και αποστάσεις της γιαπωνέζας, θα ρίξουν τις άμυνες του δυτικού κόσμου, μυώντας τους στον ανθρωπιστικό περίγυρο του Βαλκάνιου.

Στις Η.Π.Α θα λάβει χώρα και το «νυχτερινός ορίζοντας» μια ακόμη ελεγεία στον μετανάστη, που η ζωή ξεπερνά. Στην οικογένεια που διαλύεται από τις οικονομικές δυσκολίες. Στους δασκάλους που θα αλλάξουν με την επαφή τους με τη χώρα της αφθονίας. Ο άντρας θα παραμείνει ονειροπόλος προσπαθώντας να κρατήσει κομμάτι της παράδοσης ζωντανό στη κόρη του, που νιώθει πλέον περισσότερο Αμερικανίδα. Η πρώην γυναίκα του με τον Βούλγαρο, νέο σύζυγο της , γιατρό, θα ανταλλάξει την ταυτότητά της για στήθη σιλικόνης και την ευμάρεια του Αμερικάνικου ονείρου, οικτίροντας τον πρώην σύζυγό της, που παραμένει προσκολλημένος στις παραδόσεις της παλιάς πατρίδας. Ένας τυφώνας θα φέρει αυτόν, τον αμερικανό φίλο του και την κόρη του, αντιμέτωπους με τα στοιχεία της φύσης αλλά και την ανάγκη τους για επικοινωνία, πέρα και μακριά από τις παραδόσεις και τους φόβους της παλιάς και της νέας πατρίδας.

Σε ένα από τα πιο σκληρά διηγήματα του βιβλίου, "Το γράμμα", η εναλλαγή των γενεών, τα λάθη και οι συνέπειες, θα σκιαγραφήσουν μια ιστορία κοινωνικού δράματος, σε μια χώρα που τα πάντα και κύρια οι γυναίκες είναι προς πώληση. Ο κύκλος της κόρης που θα ακολουθήσει τα βήματα της μητέρας, που έχει απαρνηθεί ως πρόσωπο αλλά και ως συμπεριφορά θα είναι ταυτόχρονα μια ιστορία της Βουλγαρίας, που ξεπουλά τον εαυτό της από το Σοβιετικό πατερούλη στον  Άγγλο/Δυτικό χρηματοδότη, για να πετύχει να επιζήσει, υπό όρους και εξάρτηση.

Στο «Ανατολικά της δύσης» ο Κουστουρίτσα συναντά τον Σεπουλβέδα σε ένα διήγημα, γεμάτο Βαλκανικές παραδόσεις αλλά και τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και την πτώση του τείχους, που συντρίβουν ζωές και οικογένειες που χωρίζει ως άλλο τοίχος του Βερολίνο ένα ποτάμι Σέρβους και Βούλγαρους. Τα φυσικά σύνορα καταπατώνται κάθε βράδυ από ερωτευμένους και λαθρέμπορους, αλλά η κοινή  γιορτή μια φορά το χρόνο, τα κοινά έθιμα, η γλώσσα με μικρές παραλλαγές, δείχνουν ότι τα σύνορα είναι τεχνητά. Ο θάνατος ενώνει, η Δύση με τα αγαθά της παρασύρει σαν σειρήνα, το παλιό καθεστώς καταρρέει και θάβει στα συντρίμμια του ήρωες και εργάτες. Ο «μύτης» σπάει τις αλυσίδες που τον κρατούν δέσμιο στην παλιά πατρίδα, αναζητά τον έρωτα και την αποδοχή, που φοβήθηκε για χρόνια να κυνηγήσει και καταλήγει ξένος σε μια ξένη χώρα, σε ένα Βαλκανικό παραλήρημα, λέξεων, χρωμάτων, συναισθημάτων, που μόνο ο Κουστουρίτσα θα μπορούσε να οπτικοποιήσει.

Διηγήματα βγαλμένα από το χώμα των Βαλκανίων, γεμάτα αίμα, αγάπη, θυμό, οργή, χαμόγελα. Ακόμα και όταν ο Βούλγαρος φτάσει στις Η.Π.Α ακόμα και αν αλλάξει το όνομά του, παραμένει Βαλκάνιος, ζωντανός, φιλικός, καχύποπτος, θερμόαιμος, τίμιος, επαναστάτης  αλλά πάνω από όλα άνθρωπος. Ο Μυριβήλης, συναντά τον Άντριτς και γράφουν το σενάριο για την επόμενη ταινία του Κουστουρίτσα, με επιρροές από Καζάν, με θέμα τη Βουλγαρία. Γνώριμοι ήρωες, γνώριμα τοπία,  γνώριμες συμπεριφορές, μέσα από τα μάτια ενός γείτονα, που για χρόνια ήταν εχθρός, αλλά εδώ είναι το μεγαλείο της λογοτεχνίας. Αποδεικνύεται τόσο όμοιος με εμάς, τόσο ανθρώπινος και ο Πένκοφ, τόσο δυνατός συγγραφέας. Φορτισμένο συναισθηματικά, γνώριμο, εθιστικό, ένα καλογραμμένο Βαλκανικό μυθιστόρημα. Θα συγκινήσει τον καθένα από εμάς, που βλέπει με τα μάτια της ψυχής.

Διαβάζεται με συνοδεία τα Waterboys- Fisherman blues k Johnny Cash American recordings  III

BIFFY CLYRO- "A celebration of endings"

 BIFFY CLYRO- "A celebration of endings"


 Alternative rock,pop with heavy guitars, whatever you might want to call them Scotish BIFFY CLYRO know how to pen a good song and most of the times more than one. In their new work, it's nice to find pieces of yourself, broken relationships, abandonment ,you name it they make a song about it and they make it pure, simple, addictive. They call 'Space" their more simple song. A song about breaking up and continuing your own journey, following your own path, still having feelings for your partner. If simplicity is present in this form then we are lucky BC have the bravery to put it out. A magnificent song, that has the luck to be supported by the unique vocals of the singer, a man who combines the best of the Brit pop and Alternative scene of the 90s in his vocal approach. I'm wondering if he could do a collaboration with MUSE what the result would sound like. For one more time, BC has found the way to make an album full of modern melodies that asks your attention and keeps you searching for the meaning of lyrics while enjoying its melodies. Songs like "Weird leisure', "Worst type of best possible", "Opaque' will haunt your stereo for some time.



7,5


Moby- Porcelain: Μια αυτοβιογραφία (Ροπή)

  Moby- Porcelain: Μια αυτοβιογραφία (Ροπή) Οι μ...

Δημοφιλή/ Popular